Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία.
Πότε απαγορεύεται η συμμετοχή ερασιτέχνη ποδοσφαιριστή σε αγώνα.
1. Απαγορεύεται σε ποδοσφαιριστή να αγωνιστεί σε δύο αγώνες της ομάδας που ανήκει, πριν παρέλθει χρονικό διάστημα 24 ωρών από το τέλος της συμμετοχής του στον πρώτο αγώνα και της έναρξης συμμετοχής του στο δεύτερο αγώνα. Παράβαση της διάταξης αυτής συνεπάγεται απώλεια του δεύτερου αγώνα, αν υποβληθεί ένσταση αντικανονικής συμμετοχής, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 23 του Κ.Α.Π.
2. Απαγορεύεται η συμμετοχή σε ομάδα ανδρών ποδοσφαιριστή που δεν έχει συμπληρώσει το 14ο έτος της ηλικίας του. Ως συμπλήρωση της ηλικίας των 14 ετών των ποδοσφαιριστών για να αποκτήσουν το δικαίωμα να αγωνίζονται σε ανδρικές ομάδες νοείται η ημερολογιακή συμπλήρωση των 14 ετών (από την ημέρα των γενεθλίων των 14 ετών και μετά). Σε αντίθετη περίπτωση ο διαιτητής υποχρεούται να μην επιτρέψει την συμμετοχή του. Εάν όμως παρά ταύτα ο ποδοσφαιριστής μετάσχει στον αγώνα θεωρείται αντικανονική η συμμετοχή του. Ο διαιτητής τιμωρείται από το αρμόδιο όργανο με ποινή απαγόρευσης διαιτησίας αγώνων για τρεις (3) μήνες.
3. Απαγορεύεται η είσοδος στον αγωνιστικό χώρο, στον πάγκο ομάδας ή στο γήπεδο και η συμμετοχή ως ποδοσφαιριστή σε αγώνα φυσικού προσώπου που έχει τιμωρηθεί με οποιαδήποτε άλλη ιδιότητα (αξιωματούχου, φυσικοθεραπευτή κλπ.). Τυχόν συμμετοχή, σε αγώνα, είναι αντικανονική και σε περίπτωση ένστασης, εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 23, παράγρ. 9 του Κ.Α.Π.
4. Στους αγώνες των τοπικών πρωταθλημάτων είναι υποχρεωτική η συμμετοχή στην ενδεκάδα κάθε ομάδας και καθ’ όλη τη διάρκεια του αγώνα επτά (7) ποδοσφαιριστών που έχουν δικαίωμα να αγωνίζονται σε ελληνικές εθνικές ομάδες ή έχουν την ελληνική ιθαγένεια (ελληνική ταυτότητα ή διαβατήριο). Η αναγραφόμενη έναρξη και λήξη ισχύος στα δελτία αθλητικής ιδιότητας αλλοδαπών ποδοσφαιριστών πρέπει να καλύπτει την συμμετοχή τους στους αγώνες, άλλως η συμμετοχή είναι αντικανονική.
5. Οι ερασιτέχνες ποδοσφαιριστές μπορούν να εγγράφονται – μετεγγράφονται μόνο σε τρία (3), το ανώτατο, ερασιτεχνικά σωματεία κατά τη διάρκεια της περιόδου από την 1η Ιουλίου έως την 30η Ιουνίου του επόμενου έτους. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ο ποδοσφαιριστής δύναται να αγωνιστεί σε επίσημους αγώνες, μόνο σε δύο (2) σωματεία (ανεξαρτήτως της Ομοσπονδίας στην οποία ανήκουν). Απαγορεύεται η συμμετοχή του σε αγώνες του τρίτου σωματείου.
6. Διαιτητές εν ενεργεία ή μη δεν έχουν δικαίωμα να μετέχουν σαν ποδοσφαιριστές σε αγώνες, τυχόν συμμετοχή τους είναι αντικανονική με τις προβλεπόμενες από τον Κ.Α.Π. κυρώσεις σε περίπτωση υποβολής σχετικής ένστασης.
7. Ένας ποδοσφαιριστής, όταν έχει αποκτήσει ταυτότητα προπονητή Ε.Π.Ο. ή UEFA ή έχει υποβάλλει αίτηση για έκδοση ταυτότητας προπονητή, παύει αυτόματα να έχει δικαίωμα να αγωνίζεται. Η συμμετοχή του θεωρείται ως αντικανονική συμμετοχή και επισύρει τις από τους Κανονισμούς της Ε.Π.Ο. προβλεπόμενες ποινές για τον ίδιο και το σωματείο (άρθρο 23 παρ. 9 του Κ.Α.Π.).
8. Ένας ποδοσφαιριστής που έχει αποκτήσει ταυτότητα προπονητή Ε.Π.Ο. ή UEFA εν ισχύ, εφόσον επιθυμεί να αγωνίζεται, θα πρέπει να καταθέτει την ταυτότητα αυτή στην Ε.Π.Ο. τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες προ της έναρξης της αγωνιστικής περιόδου της κατηγορίας στην οποία θέλει να αγωνιστεί και να υποβάλλει έγγραφη δήλωση με την οποία θα δηλώνει ότι αυτή την αγωνιστική περίοδο επιθυμεί να αγωνιστεί ως ποδοσφαιριστής. Μετά από την ενέργεια αυτή δεν έχει δικαίωμα να εργαστεί ως προπονητής καθ’ όλη τη διάρκεια της αγωνιστικής περιόδου.
9. Ένας ποδοσφαιριστής που έχει υποβάλλει την κατά την ανωτέρω παράγραφο δήλωση και κέκτηται τα ανάλογα προσόντα, δύναται να απασχολείται ως προπονητής στα τμήματα υποδομών του σωματείου στο οποίο αγωνίζεται.
10. Η παράβαση των απαγορεύσεων των παραπάνω περιπτώσεων συνιστά αντικανονική συμμετοχή και σε περίπτωση ένστασης η υπαίτια ομάδα τιμωρείται με απώλεια του αγώνα. Ο αγώνας κατακυρώνεται υπέρ της αντίπαλης ομάδας με βαθμούς τρεις (3) και τέρματα 3-0, εκτός αν το αποτέλεσμα ευνοεί την αντίπαλη ομάδα.
11. Ο έλεγχος ανήκει στον διαιτητή του αγώνα ο οποίος υποχρεούται να απαγορεύει τη συμμετοχή ποδοσφαιριστών για όλες τις ειδικές περιπτώσεις απαγόρευσης συμμετοχής. Σε περίπτωση άρνησης ή πλημμελούς ελέγχου εκ μέρους του διαιτητή τότε αυτός τιμωρείται με την ποινή του μη ορισμού του σε αγώνες για διάστημα τριών (3) μηνών.